εξαντρίκ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εξαντρίκ < γαλλική excentrique
Επίθετο[επεξεργασία]
εξαντρίκ άκλιτο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εξαντρίκ
εξαντρίκ άκλιτο