επευφημία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
επευφημία θηλυκό
- η ενέργεια και το αποτέλεσμα του επευφημώ (έκφραση επιδοκιμασίας με φωνές)
επευφημία θηλυκό