επιτελείο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το επιτελείο τα επιτελεία
      γενική του επιτελείου των επιτελείων
    αιτιατική το επιτελείο τα επιτελεία
     κλητική επιτελείο επιτελεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επιτελείο < επί + τέλος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

επιτελείο ουδέτερο

Προφορά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]