ερημίτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /e.ɾiˈmi.ti.sa/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ερημίτισσα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ερημίτισσα
|