εφφέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εφφέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική effet

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /eˈfe/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εφφέ ουδέτερο άκλιτο

  • παρωχημένη γραφή του εφέ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]