εἴρω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εἴρω < πρωτοελληνική *héřřō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ser- (ενώνω)
- εἴρω < πρωτοελληνική *wéřřō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wéryeti < *werh₁- (μιλώ, λέγω)
Ρήμα[επεξεργασία]
εἴρω
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- εἰρομένη λέξις: το ύφος κατά τον Αριστοτέλη που χαρακτηρίζεται από έλλειψη αντιθέσεων ή ισορροπίας
Συγγενικά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
εἴρω
Συγγενικά[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
Henry Liddell - Robert Scott, A Greek English Lexicon, 7th Edition, 1883, σελίδα 421