εἶτα
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
- εἶτα < εἰ
εἶτα
- (χρονικό) μετά, κατόπιν, ακολούθως, ἔπειτα, μετά από
- πρῶτον μὲν τὸν Πειραιᾶ ἐτειχίσαμεν ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ, εἶτα τὸ μακρὸν τεῖχος τὸ βόρειον (Δημοσθένης, Περὶ τῆς πρὸς Λακεδαιμονίους εἰρήνης)