ζωμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζωμός οι ζωμοί
      γενική του ζωμού των ζωμών
    αιτιατική τον ζωμό τους ζωμούς
     κλητική ζωμέ ζωμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζωμός < αβέβαιης ετυμολογίας
Ζωμός από κοτόπουλο.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /zoˈmos/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζωμός αρσενικό

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]