ηλεκτροϋδραυλικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ηλεκτροϋδραυλικός η ηλεκτροϋδραυλική το ηλεκτροϋδραυλικό
      γενική του ηλεκτροϋδραυλικού της ηλεκτροϋδραυλικής του ηλεκτροϋδραυλικού
    αιτιατική τον ηλεκτροϋδραυλικό την ηλεκτροϋδραυλική το ηλεκτροϋδραυλικό
     κλητική ηλεκτροϋδραυλικέ ηλεκτροϋδραυλική ηλεκτροϋδραυλικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ηλεκτροϋδραυλικοί οι ηλεκτροϋδραυλικές τα ηλεκτροϋδραυλικά
      γενική των ηλεκτροϋδραυλικών των ηλεκτροϋδραυλικών των ηλεκτροϋδραυλικών
    αιτιατική τους ηλεκτροϋδραυλικούς τις ηλεκτροϋδραυλικές τα ηλεκτροϋδραυλικά
     κλητική ηλεκτροϋδραυλικοί ηλεκτροϋδραυλικές ηλεκτροϋδραυλικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηλεκτροϋδραυλικός < ηλεκτρισμός + -ο- + υδραυλικός

Επίθετο[επεξεργασία]

ηλεκτροϋδραυλικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]