θάλαμος αερίων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη  θάλαμος και αέριο

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

θάλαμος αερίων αρσενικό

  • θάλαμος δηλητηριωδών αερίων με σκοπό τη θανάτωση των ανθρώπων μέσα σε αυτόν

Μεταφράσεις[επεξεργασία]