θαλαμωτός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- θαλαμωτός < θάλαμος
Επίθετο[επεξεργασία]
θαλαμωτός
- που έχει σχήμα θαλάμου, θαλαμοειδής
- διαιρεμένος σε θαλάμους
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θαλαμωτός
|