ιμπρεσιονιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ιμπρεσιονιστής οι ιμπρεσιονιστές
      γενική του ιμπρεσιονιστή των ιμπρεσιονιστών
    αιτιατική τον ιμπρεσιονιστή τους ιμπρεσιονιστές
     κλητική ιμπρεσιονιστή ιμπρεσιονιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιμπρεσιονιστής < ορθογραφικό δάνειο από τη γαλλική impressionniste < impression + -ιστής[1] < λατινική impressio → και δείτε τη λέξη ιμπρεσιονισμός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /im.pɾe.si̯o.niˈstis/ & /im.bɾe.si.o.niˈstis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ι‐μπρε‐σι‐ο‐νι‐στής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιμπρεσιονιστής αρσενικό (θηλυκό ιμπρεσιονίστρια)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]