κάτω σαξονικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κάτω σαξονικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) διάλεκτος της γερμανικής γλώσσας. Ο όρος κάτω αναφέρεται στο χαμηλότερο υψόμετρο των περιοχών της διαλέκτου, δηλαδή των βόρειων πεδιάδων της Γερμανίας και της ανατολικής Ολλανδίας.
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- κωδικός γλώσσας: nds
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κάτω σαξονικά