καμποτάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καμποτάζ < γαλλική cabotage

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καμποτάζ ουδέτερο άκλιτο

  1. το αποκλειστικό δικαίωμα κάθε χώρας της εκτέλεσης εσωτερικών μεταφορών (ενδομεταφορών) από συγκοινωνιακά μέσα της ίδιας της χώρας
  2. το προνόμιο που μπορεί να αποδοθεί σε υπό ξένη σημαία πλοίο να μεταφέρει επιβάτες και εμπορεύματα μεταξύ των λιμανιών μιας χώρας
  3. το προνόμιο που μπορεί να αποδοθεί σε αεροπορική εταιρεία ξένης εθνικότητας να εκτελέσει εσωτερικά δρομολόγια σε μια χώρα


Σημειώσεις[επεξεργασία]

Ο όρος άρση του καμποτάζ αναφέρεται συνήθως στην άρση του καθεστώτος προστατευτισμού της εγχώριας ναυτιλίας, την άρση των περιοριστικών διατάξεων που επιβάλλουν την ναυτολόγηση ελληνικών πληρωμάτων προκειμένου ένα πλοίο να εκτελέσει εσωτερικό δρομολόγιο εντός Ελλάδας· ιδιαίτερα αναφέρεται στη χορήγηση του δικαιώματος σε ξένες εταιρείες ακτοπλοΐας να οργανώνουν κρουαζιέρες που θα ξεκινούν από ελληνικά λιμάνια και θα κάνουν στάσεις πιθανόν και σε λιμάνια γειτονικών χωρών.

Μεταφράσεις[επεξεργασία]