κατήχησις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | κατήχησῐς | αἱ | κατηχήσεις |
γενική | τῆς | κατηχήσεως | τῶν | κατηχήσεων |
δοτική | τῇ | κατηχήσει | ταῖς | κατηχήσεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | κατήχησῐν | τὰς | κατηχήσεις |
κλητική ὦ! | κατήχησῐ | κατηχήσεις | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | κατηχήσει | ||
γεν-δοτ | τοῖν | κατηχησέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κατήχησις < κατ- + (ἠχέω, ἠχή) ἠχη- + -σις. (Το ελληνιστικό κατηχέω ή το ἤχησις ήταν μεταγενέστερα.)
- για την ελληνιστική σημασία: < αρχαία ελληνική κατήχησις (προφορική διδασκαλία) κατά το ελληνιστικό ρήμα κατηχέω (με θρησκευτική σημασία)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κατήχησις, -εως θηλυκό
- προφορική διδασκαλία
- (ελληνιστική σημασία) κατήχηση, θρησκευτική διδασκαλία
Παράγωγα[επεξεργασία]
ελληνιστικής σημασίας:
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη ἦχος
Πηγές[επεξεργασία]
- κατήχησις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'δύναμις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμις' θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα κατ- (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -σις (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική σημασία για αρχαίες λέξεις
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)