κιργιζικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κατηγορία:Κιργιζική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα κιργιζικά
      γενική των κιργιζικών
    αιτιατική τα κιργιζικά
     κλητική κιργιζικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κιργιζικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου κιργιζικός στον πληθυντικό < αγγλικά Kyrgyz / Kirghiz < παλαιά τουρκικά kırk (σαράντα) + uz‎ (φυλή)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κιργιζικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • κωδικός γλώσσας: ky

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]