κληρονομικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κληρονομικότητα οι κληρονομικότητες
      γενική της κληρονομικότητας των κληρονομικοτήτων
    αιτιατική την κληρονομικότητα τις κληρονομικότητες
     κλητική κληρονομικότητα κληρονομικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κληρονομικότητα < κληρονομικός + -ότητα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kli.ɾo.no.miˈko.ti.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλη‐ρο‐νο‐μι‐κό‐τη‐τα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κληρονομικότητα θηλυκό

  1. (βιολογία) η μεταβίβαση κάποιων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων ή ιδιοτήτων σε κάποιον απόγονο, ως ιδιότητα κάποιου οργανισμού
  2. (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός)[1] ο μηχανισμός που επιτρέπει τη δημιουργία μιας κλάσης (υποκλάση) από μία άλλη κλάση (την υπερκλάση της) κληρονομόντας τις ιδιότητες (τα μέλη δεδομένων) και τις μεθόδους της[2]
    Πολυλεκτικοί όροι: απλή κληρονομικότητα, πολλαπλή κληρονομικότητα

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Είναι μία από τις σημαντικότερες δυνατότητες του αντικειμενοστραφούς προγραμματισμού.
  2. Διομήδης Σπινέλλης, Κληρονομικότητα, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Προσπέλαση 17/11/2019