κλιματισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κλιματισμός οι κλιματισμοί
      γενική του κλιματισμού των κλιματισμών
    αιτιατική τον κλιματισμό τους κλιματισμούς
     κλητική κλιματισμέ κλιματισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλιματισμός < κλιματίζω + -μός ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική climatisation[1])

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κλιματισμός αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]