κοάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοάζω < κοάξ + -άζω < αρχαία ελληνική κοάξ < (ηχομιμητική λέξη)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /koˈa.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κο‐ά‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

κοάζω

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη κοάξ

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]