κοντοστέκω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοντοστέκω < κοντο- + στέκω

Ρήμα[επεξεργασία]

κοντοστέκω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]