κρακ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κρακ < αγγλική crack

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κρακ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]