κρεβατάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κρεβατάκι τα κρεβατάκια
      γενική
    αιτιατική το κρεβατάκι τα κρεβατάκια
     κλητική κρεβατάκι κρεβατάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κρεβατάκι < κρεβάτ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɾe.vaˈta.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κρε‐βα‐τά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κρεβατάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε κρεβάτι