κροκέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

ένα παιχνίδι κροκέ από το 1902

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κροκέ < γαλλική croquet

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κροκέ ουδέτερο άκλιτο

  • παιχνίδι που παίζεται με ξύλινα ραβδιά (που μοιάζουν κάπως με σφυριά), μπάλες, και σύρματα σε σχήμα ημικυκλίου τοποθετημένα στο έδαφος ώστε να περάσουν οι μπάλες μέσα από αυτά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]