κυκλώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κυκλώνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κυκλώνω < αρχαία ελληνική κυκλόω / κυκλῶ < κύκλος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ciˈklo.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυ‐κλώ‐νω

Ρήμα[επεξεργασία]

κυκλώνω, αόρ.: κύκλωσα, παθ.φωνή: κυκλώνομαι, π.αόρ.: κυκλώθηκα, μτχ.π.π.: κυκλωμένος

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη κύκλος

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]