κυνηγοτόπι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κυνηγοτόπι | τα | κυνηγοτόπια |
γενική | του | κυνηγοτοπιού | των | κυνηγοτοπιών |
αιτιατική | το | κυνηγοτόπι | τα | κυνηγοτόπια |
κλητική | κυνηγοτόπι | κυνηγοτόπια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κυνηγοτόπι < κυνηγότοπος + -ι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κυνηγοτόπι ουδέτερο
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του κυνηγότοπος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κυνηγοτόπι
|