λακ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

λακ < (άμεσο δάνειο) γαλλική laque

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λακ θηλυκό άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]


Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

λακ < (άμεσο δάνειο) αγγλική Lak (language) γλώσσα Lak < лакку маз (/lakːu maz/)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λακ θηλυκό

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • κωδικός ISO γλώσσας: lbe