λεπτοκαρυά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η λεπτοκαρυά οι λεπτοκαρυές
      γενική της λεπτοκαρυάς των λεπτοκαρυών
    αιτιατική τη λεπτοκαρυά τις λεπτοκαρυές
     κλητική λεπτοκαρυά λεπτοκαρυές
Οι καταλήξεις δεν προφέρονται με συνίζηση όπως σε άλλα θηλυκά σε -ιά.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λεπτοκαρυά < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /le.pto.ka.ɾiˈa/ (λόγια προφορά, χωρίς συνίζηση στην κατάληξη)
τυπογραφικός συλλαβισμός: λε‐πτο‐κα‐ρυ‐ά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λεπτοκαρυά θηλυκό και λεπτοκαρύα και λεφτοκαρυά

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]