μέλλω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μέλλω < αρχαία ελληνική μέλλω
Ρήμα[επεξεργασία]
μέλλω
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- μέλλει: πρόκειται
- τι μέλλει γενέσθαι: τι πρόκειται να συμβεί
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Το ρήμα χρησιμοποιείται στα νέα ελληνικά μόνο στο γ' ενικό και στο γ' πληθυντικό πρόσωπο
- Συχνά συγχέεται ορθογραφικά με το ομόηχό του μέλει