μαγματικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μαγματικός η μαγματική το μαγματικό
      γενική του μαγματικού της μαγματικής του μαγματικού
    αιτιατική τον μαγματικό τη μαγματική το μαγματικό
     κλητική μαγματικέ μαγματική μαγματικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μαγματικοί οι μαγματικές τα μαγματικά
      γενική των μαγματικών των μαγματικών των μαγματικών
    αιτιατική τους μαγματικούς τις μαγματικές τα μαγματικά
     κλητική μαγματικοί μαγματικές μαγματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαγματικός < μάγμα

Επίθετο[επεξεργασία]

μαγματικός,ή,ό

  • ο σχετικός με το μάγμα, την διάπυρη και σε ρευστή κατάσταση ύλη στο εσωτερικο της γης

Μεταφράσεις[επεξεργασία]