μεγαβάτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μεγαβάτ < MW (megawatt)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μεγαβάτ ουδέτερο άκλιτο
- μονάδα μέτρησης της ισχύος -ισούται με 1.000.000 βατ ή με 1.000 κιλοβάτ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεγαβάτ
|