μορφοδυναμική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μορφοδυναμική < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική morphodynamics < αρχαία ελληνική μορφή + δυναμική, θηλυκό του δυναμικός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μορφοδυναμική θηλυκό
- (γεωλογία) κλάδος της γεωλογίας που ασχολείται με τη μελέτη των διαδικασιών που διαμορφώνουν τη μορφή της γης και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ τους
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Morphodynamics στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μορφοδυναμική
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γεωλογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)