μπαϊράκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπαϊράκι τα μπαϊράκια
      γενική του μπαϊρακιού των μπαϊρακιών
    αιτιατική το μπαϊράκι τα μπαϊράκια
     κλητική μπαϊράκι μπαϊράκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μπαϊράκι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική بیراق (τουρκική bayrak) + [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ba.iˈɾa.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπα‐ϊ‐ρά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μπαϊράκι ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

ιδιωματικά:

Συγγενικά[επεξεργασία]

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]