μπωντριέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπωντριέ ουδέτερο άκλιτο
- ζώνη αναρρίχησης ή καταρρίχησης για ραπέλ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπωντριέ
|