μόκσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κατηγορία:Γλώσσα μόκσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μόκσα > αγγλικά: Moksha < ενδώνυμο: мокшень ή mokšenj /mɔkʃenʲ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μόκσα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • κωδικός γλώσσας: mdf

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]