ντρέσινγκ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

σαλάτα με ντρέσινγκ

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ντρέσινγκ < αγγλική dressings

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ντρέσινγκ ουδέτερο άκλιτο

Σημειώσεις[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]