ξανακοιμάμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξανακοιμάμαι < ξανά + κοιμάμαι

Ρήμα[επεξεργασία]

ξανακοιμάμαι

ξύπνησα στις εφτά αλλά ξανακοιμήθηκα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]