ξενώνας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ξενώνας οι ξενώνες
      γενική του ξενώνα των ξενώνων
    αιτιατική τον ξενώνα τους ξενώνες
     κλητική ξενώνα ξενώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξενώνας < αρχαία ελληνική ξενών

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kseˈno.nas/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξενώνας αρσενικό

αυτό το δωμάτιο του ορόφου λειτουργεί ως ξενώνας για τους φίλους και τους γνωστούς μας

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]