παγωτατζής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παγωτατζής οι παγωτατζήδες
      γενική του παγωτατζή των παγωτατζήδων
    αιτιατική τον παγωτατζή τους παγωτατζήδες
     κλητική παγωτατζή παγωτατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
πλανόδιος παγωτατζής (1925-6)

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παγωτατζής < ουσιαστικό παγωτά + -τζής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παγωτατζής αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]