παραγώνι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παραγώνι τα παραγώνια
      γενική του παραγωνιού των παραγωνιών
    αιτιατική το παραγώνι τα παραγώνια
     κλητική παραγώνι παραγώνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραγώνι < παρά + γωνιά +

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραγώνι ουδέτερο

  1. ο χώρος μπροστά στο τζάκι
  2. (συνεκδοχικά) το τζάκι

Μεταφράσεις[επεξεργασία]