παρακλάδι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παρακλάδι τα παρακλάδια
      γενική του παρακλαδιού των παρακλαδιών
    αιτιατική το παρακλάδι τα παρακλάδια
     κλητική παρακλάδι παρακλάδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρακλάδι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παρακλάδι ουδέτερο

  1. ένα μικρότερο κλαδί σε ένα δέντρο, που είναι ενωμένο με ένα μεγαλύτερο
  2. μια υποενότητα πάνω σ' ένα θέμα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]