παραφίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παραφίνη οι παραφίνες
      γενική της παραφίνης των παραφινών
    αιτιατική την παραφίνη τις παραφίνες
     κλητική παραφίνη παραφίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραφίνη < γερμανική Ρaraffin < λατινική paraffinum < parum + affinis

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραφίνη θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]