πεδίο μάχης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
πεδίο μάχης ουδέτερο
- (στρατιωτικός όρος) η τοποθεσία όπου διεξάγεται μια μάχη ή σύγκρουση
- (μεταφορικά) μέρος όπου διεξάγεται μια ιδεολογική σύγκρουση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πεδίο μάχης