πιονιέρης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πιονιέρης αρσενικό
- άλλη μορφή του πιονιέρος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πιονιέρης
|
πιονιέρης αρσενικό
|