πλην Λακεδαιμονίων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πλην Λακεδαιμονίων < αρχαία ελληνική πλὴν Λακεδαιμονίων (από την επιγραφή "Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων", μετά τη μάχη στο Γρανικό ποταμό, το 334 π.Χ, στην οποία οι Λακεδαιμόνιοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση[επεξεργασία]

πλην Λακεδαιμονίων

  • (ειρωνικό) για όσους αρνούνται να συμμετάσχουν κάπου και οι οποίοι δεν πρέπει να καρπωθούν τα οφέλη που προήλθαν από τις ενέργειες της υπόλοιπης ομάδας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]