προπαίδεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: προπαιδεία

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η προπαίδεια οι προπαίδειες
      γενική της προπαίδειας των προπαιδειών
    αιτιατική την προπαίδεια τις προπαίδειες
     κλητική προπαίδεια προπαίδειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προπαίδεια < αρχαία ελληνική προπαιδεία < προπαιδεύω < πρό + παῖς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προπαίδεια θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]