προφανώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προφανώς < ελληνιστική κοινή προφανῶς < αρχαία ελληνική προφανής

Επίρρημα[επεξεργασία]

προφανώς

Μεταφράσεις[επεξεργασία]