πυρία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πυρία < πῦρ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πυρία θηλυκό και ιωνικός τύπος πυρίη
- το ατμόλουτρο
πυρία θηλυκό και ιωνικός τύπος πυρίη