πόθεν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πόθεν < αρχαία ελληνική πόθεν
Επίρρημα[επεξεργασία]
πόθεν
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- Πόθεν είσαι; (Κυπριακά)