ρευματοπάθεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ρευματοπάθεια < ρευματικός + -πάθεια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ρευματοπάθεια θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ρευματοπάθεια
|