σακ βουαγιάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σακ βουαγιάζ < (άμεσο δάνειο) γαλλική sac de voyage (τσάντα ταξιδιού)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σακ βουαγιάζ ουδέτερο άκλιτο

  1. ταξιδιωτικός σάκος
  2. μικρή και εύχρηστη ταξιδιωτική τσάντα

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]